Ελληνικός Κινηματογράφος: «Χρυσή εποχή», ή κατάμαυρη σελίδα;

Εδώ και πολλά χρόνια, τα κανάλια δεν σταματούν να μας βομβαρδίζουν με επαναλήψεις των παλιών ταινιών της «Χρυσής Εποχής» του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Κλασικά φιλμ, με κυρίως κωμικό χαρακτήρα και εικόνες από μια Ελλάδα που ανοικοδομείται, με την φυσική ομορφιά της, να παραμένει ίδια κι απαράλλαχτη. Πόσο «χρυσή» ήταν, όμως αυτή η εποχή; Τι πραγματικά γινόταν στην Ελλάδα τότε; Και πώς αξιοποιήθηκε αυτή η παρθένα ομορφιά τελικά;

Η εποχή, κατά την οποία ο ελληνικός κινηματογράφος γνώρισε μεγάλη ακμή, ήταν από τα τέλη της δεκαετίας του ‘60, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ‘70. Μία περίοδος άκρως αμφιλεγόμενη, καθώς είναι γεμάτη από πολιτικές αναταραχές. Οι εκλογες βίας και νοθείας, η δολοφονία Λαμπράκη, τα Ιουλιανά, η δολοφονία Πέτρουλα, η Αποστασία, η Απριλιανή δικτατορία και το δράμα της Κύπρου, συνθέτουν το πανόραμα μίας πολύ ταραγμένης περιόδου για την Ελλάδα. Συν τοις άλλοις, οι Έλληνες την περίοδο αυτή, μαστίζονται από την φτώχεια και την μετανάστευση.
Η πλειονότητα των ελληνικών ταινιών, είναι εντελώς απομακρυσμένη από την τότε πραγματικότητα και τον καυτηριασμό της πολιτικής ηγεσίας. Υπήρχαν, φυσικά και εξαιρέσεις. Κάποιες λίγες ταινίες, που πριν την μεταφορά τους στην μεγάλη οθόνη, υπήρχαν ως θεατρικά έργα. Βέβαια, συναντάμε και κάποιες ταινίες, οι οποίες βγήκαν σχεδόν με το ζόρι στις οθόνες, αφού πρώτα πέρασαν από την μέγγενη της λογοκρισίας. Εννοέιται δε, ότι οι ελάχιστες ταινίες που έδειχναν την ανικανότητα της πολιτικής εξουσίας, ή την διαφθορά και την αδιαφορία των πολιτικών, προβλήθηκαν στις αίθουσες την περίοδο διακυβέρνησης της Ένωσης Κέντρου, για ευνόητους λόγους.
Σκοπός, λοιπόν, της κινηματογραφικής βιομηχανίας της εποχής, είναι να αποπροσανατολίσει την κοινωνία από τα ουσιαστικά της προβλήματα. Η ανεργία και η φτώχεια, ξεπερνιούνται με συρτάκι, τραγούδι και δουλειές του ποδαριού. Από την μία, αυτή η άποψη δεν είναι λάθος, καθώς η τέχνη είναι ένας αδιαφιλονίκητος σύμμαχος του ανθρώπου. Από την άλλη, όμως, οι ήρωες των ταινιών, είναι ως επί το πλείστον αγράμματοι, με μεγαλεπίβολα σχέδια για μια πλουσιοπάροχη ζωή, με λουξ διαμερίσματα, πολυτελή αυτοκίνητα και καθημερινή περιοδεία στα νυχτερινά κέντρα της Αθήνας. Οι κάμερες εστιάζουν στα αστραφτερά φουστάνια, στα καινούργια σαλόνια και στα σπασμένα πιάτα, αγνοώντας επιδεικτικά, τις μικρές φτωχογειτονιές που δεν είχαν ρεύμα και νερό. Συνεπώς, οι ίδιες οι ταινίες υποτιμούν το κοινό τους, προσβάλλοντάς το με τον χειρότερο τρόπο.
Και κάπου εδώ, τον Απρίλη του 1967, έρχεται η δικτατορία. Και όπως κάθε δικτατορία που σέβεται τον εαυτό της, θέλει να αφήσει το αποτύπωμά της και στον κινηματογράφο. Πέρα από εθνικοπατριωτικές ταινίες, του παραγωγού Τζ. Πάρις, οι οποίες προβάλλονται μέχρι και σήμερα (π.χ «Ο Παπαφλέσσας»)και κοινωνικά δράματα κατωτάτης υποστάθμης, τα γεγονότα των ταινιών μεταφέρονται στα ελληνικά νησιά. Θάλασσα, ήλιος, κάτοικοι μειωμένης αντίληψης που βλέπουν τον τουρίστα σαν Θεό και φτηνή διασκέδαση, θα φέρουν ξένο κόσμο στην Ελλάδα, χρήματα στα ταμεία της και αποχαύνωση στα μυαλά της.
Φυσικά, υπήρχαν και φωτεινές εξαιρέσεις. Άνθρωποι όπως ο Αγγελόπουλος, ο Βούλγαρης, ο Κούνδουρος, ο Κακογιάννης, έκαναν κινηματογράφο δίπλα στα διυλιστήρια της ανθρώπινης σκέψης. Όταν άλλοι πουλούσαν την Ελλάδα με το κιλό, ο Αγγελόπουλος κατέθετε στον κόσμο την «Αναπαράσταση» (1970), θίγοντας βασικά κοινωνικά ζητήματα, όπως η μοναξιά των γυναικών της υπαίθρου και η ερήμωσή της λόγω της μετανάστευσης. Το 1972, βγάζει τις «Μέρες του ‘36», μια ταινία-αναφορά στα δεινά που προκάλεσε το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, ιδεολογικός πρόγονος της 21ης Απριλίου. Ο Παντελής Βούλγαρης, με το «Προξενιό της Άννας» το 1972, κάνει λόγο για την εκμετάλλευση του ανθρώπου, και κερδίζει 3 βραβεία στο φεστιβάλ κινηματογράφου του Βερολίνου.

Ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος και ο Παντελής Βούλγαρης
(Τεχνική επεξεργσία εικόνας: Βαγγέλης Ζιμετάκης)

Στη συνέχεια, δεν θα μπορούσα να παραλείψω την ταινία του Αλέκου Αλεξανδράκη «Συνοικία το Όνειρο», που βγήκε στις αίθουσες το 1961. Μία ταινία, που μιλά για την προσπάθεια των ανθρώπων να επιβιώσουν σε μία χώρα που θέλει να σηκωθεί στα πόδια της, πατώντας στις πλάτες του λαού της. Με την μουσική επένδυση του Μίκη Θεοδωράκη, ο Αλεξανδράκης φωτίζει μία πολύ σκοτεινή πλευρά της ελληνικής κοινωνίας, κινδυνεύοντας, μάλιστα να πάει φυλακή. Όχι μόνο λόγω της λογοκρισίας, αλλά και λόγω του ότι για να γίνει αυτή η ταινία, χρειάστηκαν οι οικονομίες όλης του της ζωής!

Μάνος Κατράκης και Αλέκος Αεξανδράκης στην ταινία «Συνοικία το Όνειρο»
(Τεχνική επεξεργασία εικόνας: Βαγγέλης Ζιμετάκης)

Κλείνοντας, θα ήθελα να κάνω μία αναφορά στα «Κόκκινα Φανάρια», μία ταινία-σταθμό του ελληνικού κινηματογράφου, που εστιάζει στο περιθώριο της κοινωνίας. Ένα φιλμ του Βασίλη Γεωργιάδη, που βγήκε στις αίθουσες το 1963, μας κάνει να καταλάβουμε, πώς μέσα στα μάτια της κάθε πόρνης που ανυπομονεί για την έλευση του 6ου στόλου των ΗΠΑ, φαίνεται μια Ελλάδα που ζητιανεύει για βοήθεια. Και στο πρόσωπο του κάθε προαγωγού, βλέπουμε όλους τους επίδοξους σωτήρες και θεματοφύλακες του έθνους.

Η αφίσα της ταινίας «Τα κόκκινα φανάρια»
(Τεχνική επεξεργασία εικόνας: Βαγγέλης Ζιμετάκης)

Η «Χρυσή Εποχή» του ελληνικού κινηματογράφου, δυστυχώς μας ξεγελά μέχρι και σήμερα. Πίσω από την νοσταλγία και το κατά περιπτώσεις καλό χιούμορ, διαφαίνεται η προπαγάνδα. Πίσω από τα γέλια, ακούγονται οι βασανισμοί στα ξερονήσια.
Και τέλος, πίσω από την παρθένα ομορφιά της Ελλάδας, κρύβεται ο βιασμός από το κιτς και την πλαστική καρέκλα, που διορθώνεται φαινομενικά και πρόχειρα, με καθημερινές και άγαρμπες παρθενορραφές…

ΠΗΓΗ: beasty-press.com